Ακριβώς το τέλος του κόσμου (Juste la fin du monde)
του Ξαβιέ Ντολάν
Μετά από 12 χρόνια απουσίας, ένας συγγραφέας γυρίζει στο πατρικό του με σκοπό να κάνει μια πολύ σημαντική ανακοίνωση στην οικογένεια του. Το ήσυχο απόγευμα όμως, δίνει τη θέση του σε αντιπαραθέσεις, βεντέτες, συναισθήματα υποκινούμενα από μοναξιά κι αμφιβολία, κι όλες οι απόπειρες αποτυγχάνουν από την ανικανότητα των ανθρώπων να ακούσουν και ν’ αγαπήσουν.
του Ξαβιέ Ντολάν
Ηθοποιοί:
Γκασπάρ Ουλιέλ, Μαριόν Κοτιγιάρ, Βενσάν Κασέλ, Λία Σείντου, Νάταλι Μπέι
Μετά από 12 χρόνια απουσίας, ένας συγγραφέας γυρίζει στο πατρικό του με σκοπό να κάνει μια πολύ σημαντική ανακοίνωση στην οικογένεια του. Το ήσυχο απόγευμα όμως, δίνει τη θέση του σε αντιπαραθέσεις, βεντέτες, συναισθήματα υποκινούμενα από μοναξιά κι αμφιβολία, κι όλες οι απόπειρες αποτυγχάνουν από την ανικανότητα των ανθρώπων να ακούσουν και ν’ αγαπήσουν.
Μέγα Βραβείο από το Φεστιβάλ Καννών 2016
Βραβείο Σεζάρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Α’ ανδρικού ρόλου & μοντάζ.
Κριτικές :
Σε θεατρικό έργο του Ζαν-Λικ Λαγκάρς, που πέθανε από AIDS σε ηλικία
38 χρόνων, είναι βασισμένη η ταινία του βραβευμένου τρεις φορές στο
τμήμα «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» Καναδού σκηνοθέτη Ξαβιέ Ντολάν
(«Mommy», «Σκότωσα τη μητέρα μου», «Ο Τομ στη φάρμα»). Η νέα του αυτή
ταινία (Μέγα Βραβείο της κριτικής επιτροπής στις περσινές Κάνες)
παρουσιάζει την επιστροφή του Λουί (Γκασπάρ Ιλιέλ), ενός με ανίατη
αρρώστια συγγραφέα, που επιστρέφει ύστερα από δωδεκάχρονη απουσία στο
σπίτι του για να αποκαλύψει στην οικογένειά του, τη μητέρα και τα
αδέρφια του, πως πεθαίνει.
Πρόσωπα μιας δυσλειτουργικής οικογένειας η οποία τον αντιμετωπίζει με
αδιαφορία και νευρικότητα: η μπερδεμένη μητέρα (Ναταλί Μπαέ), η γεμάτη
παράπονα και καταπιέσεις αδερφή (Λεά Σεϊντου) και ο μεγαλύτερος,
ζηλιάρης αδερφός του (Βενσάν Κασέλ). Παρά τη φαινομενική αδιαφορία τους
(αν και όλοι δείχνουν τελικά ευχαριστημένοι που ο Λουί μπόρεσε να
επιστρέψει κοντά τους), η επιστροφή αυτή θα βγάλει σταδιακά στην
επιφάνεια τα αδιέξοδα, τη μοναξιά, τον πόνο και τη θλίψη τους.
«Εκείνο που με τράβηξε στο θεατρικό έργο», ανέφερε ο Ντολάν στις
Κάνες, όπου είχε προβληθεί η ταινία του, «είναι τα θέματα του Λαγκάρς,
τα αισθήματα των χαρακτήρων, είτε φωναχτά είτε σιωπηλά, οι ατέλειές
τους, η μοναξιά τους, η θλίψη τους, τα αίσθημα κατωτερότητάς τους…
θέλησα οι λέξεις του Λαγκάρς να μιλιούνται όπως τις σκέφτεται κανείς,
χωρίς υποχωρήσεις… Αν τις νερώναμε θα τις κάναμε τετριμμένες…»
Με ένα διάσημο καστ ηθοποιών και μέσα από τις ατελείωτες συζητήσεις
τους, τους καβγάδες, τις ενοχές, τα συχνά άχρηστα μπερδεμένα λόγια αλλά
και τα παιδιαρίσματά τους, ο Ντολάν, με την κάμερα στο μεγαλύτερο μέρος
σε κοντινά πλάνα, καταγράφει την κάθε έκφραση, τον κάθε μορφασμό και
την κάθε αντίδραση των προσώπων του, καταφέρνοντας να βγάλει στην
επιφάνεια το δράμα και την αγωνία που κρύβεται μέσα στον καθένα από τα
πρόσωπα της δυσλειτουργικής αυτής οικογένειας. (www.enetpress.gr)
Η μαεστρία είναι καθαρά σκηνοθετική. Ο Ξαβιέ Ντολάν δείχνει την ωρίμανση
με το πώς σκηνοθετεί μιά οικογένεια, η οποία απαρτίζεται από διάσημα
ονόματα (ΜΑΡΙΟΝ ΚΟΤΙΓΙΑΡ, ΒΕΝΣΑΝ ΚΑΣΕΛ, ΝΑΤΑΛΙ ΜΠΑΙ- η δεύτερη
εκπληκτική στο φιλμ , παίζει τη μητέρα!- ΛΕΑ ΣΕΥΝΤΟΥ) σε μια σκηνοθεσία
αποκλειστικά σχεδόν κοντινών πλάνων, όπου με αυτό τον τρόπο βοηθά κι
ανιχνεύει τους ηθοποιούς στους χαρακτήρες που υποδύονται. Με την
πολύτιμη βοήθεια του μοντάζ, όπου όπως είπα και πιο πάνω, μοντέρ είναι ο
ίδιος άρα εδώ κάνει μια σκηνοθεσία-μοντάζ, το μοντάζ είναι προσωπική
προέκταση της σκηνοθεσίας, επιδιώκει την ένταση που υφέρπει μέσα σε αυτή
την οικογένεια να την βγάλει μοντάροντας τα πρόσωπα στα διαρκή
«γκρο-πλαν».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου